αρθρογραφεί η Chandra
—————————-
Η γυναίκα του σήμερα καλείται να εκπληρώσει πολλούς ρόλους ταυτόχρονα. Καλείται να λειτουργήσει ως επαγγελματίας, ως σύντροφος, συχνά ως μητέρα, σίγουρα ως φίλη, πολλαπλά ως δημιουργός. Οι ρόλοι της αλληλοεπικαλύπτονται, απαιτούν χρόνο, προσοχή και – πάνω από όλα – ενέργεια. Όμως, πόσο συνειδητή είναι η διαχείριση αυτής της ενέργειας;
Σε αυτό το σημείο και προκειμένου να απαντήσουμε σε αυτήν την ερώτηση, ως γυναίκες, ο πιο ασφαλής τρόπος να βοηθηθούμε είναι να κρατήσουμε τη στάση του παρατηρητή για λίγο. Χρειάζεται να πάρουμε μία θέση κάποια βήματα έξω από την καθημερινή μας κατάσταση και να ρίξουμε μία διερευνητική ματιά στο πώς διαχειριζόμαστε τους ρόλους μας. Θα αρχίσουμε να αντιλαμβανόμαστε πολλά, τόσο για τον ίδιο μας τον εαυτό, όσο και για τις υπόλοιπες γυναίκες γύρω μας.
Θα ανακαλύψουμε πως, στην προσπάθειά της να ανταποκριθεί σε όλα, η γυναίκα είτε εξαντλείται και βλέπει τον εαυτό της να αποζητά την απομόνωση και τη φυγή προς τα μέσα, είτε καταφεύγει σε μια υπερβολική δραστηριότητα, σχεδόν εμμονική, για να μην έρθει αντιμέτωπη με το εσωτερικό της. Αν το σκεφτούμε καλά, ίσως κάποιο από αυτά τα δύο άκρα να μας ακούγεται επικίνδυνα γνωστό:
Είναι το να αποτραβηχτούμε στη μοναξιά μας και στη φαινομενική ασφάλεια των κεκλεισμένων θυρών κάτι που θα μας εξασφαλίσει την πολυπόθητη ξεκούραση;
Μπορούμε να αποφύγουμε την αιχμηρή κριτική και την πανταχού παρούσα απαίτηση μένοντας μακριά από τους άλλους;
—
Ή μήπως είναι η αέναη κίνηση ένας τρόπος διαφυγής από τις δύσκολες ερωτήσεις που αποφεύγουμε να απαντήσουμε;
Μήπως ο χρόνος με τον εαυτό μας και μόνο μας φέρει αντιμέτωπες με την πραγματική εξάντληση; Μπορεί, έτσι, το να δίνουμε τα πάντα προς τα έξω να δρα ως μηχανισμός άμυνας, που μας κρατά αποκομμένες από τις δικές μας ανάγκες;
Αντικρίζουμε ένα εκκρεμές δύο άκρων, για κάποιες κολλημένο στο ένα άκρο της απομόνωσης, για άλλες κολλημένο στο άλλο άκρο, αυτό της μόνιμης εξωστρέφειας, για κάποιες διαγράφοντας την αέναη πορεία του από το ένα άκρο στο άλλο. Ας επιστρέψουμε η καθεμία στον εαυτό μας, ως παρατηρητές και ας κοιτάξουμε με τρυφερότητα το σύστημά μας: σε ποιο σημείο ή σημεία βρισκόμαστε οι ίδιες; Προς τα πού βαδίζει η ενέργειά μας και πόσο χώρο έχουν οι ανάγκες μας να εκφραστούν και να καλυφθούν; Ας μην ξεχνάμε ότι έχουμε ανάγκη τόσο από χρόνο αποκοπής από το εξωτερικό, ώστε να γαληνέψουμε και να ακούσουμε τον εαυτό μας, όσο και επαφής με το εξωτερικό, γεμίζοντας από εμπειρίες και βιώματα, συνοδοιπορώντας με άλλους ανθρώπους.
Το ιδανικό είναι να ανακαλύψουμε την ισορροπία μεταξύ των δύο αυτών εκφράσεων, χωρίς βιαιότητα και εξάρσεις – καθώς η βία και το σοκ συνήθως δεν επωφελούν. Υπάρχει τρόπος με τον οποίο μπορούμε να επιδιώξουμε την ισορροπία, αλλά σίγουρα χρειάζεται συνειδητότητα, σταθερή φροντίδα, και υπομονή.
Προχωρώντας ένα βήμα τη φορά και χτίζοντας την αλλαγή, θα ανακαλύπτουμε όλο και περισσότερα για την ενέργειά μας και το πώς αυτή αλλάζει, μετακινούμενη προς την ισορροπία.
– Αν για εμάς το άκρο του εκκρεμούς κολλά στην τάση προς απομόνωση, σταδιακά, με υπομονή και επιμονή – αλλά πάντα με αγάπη για το σύστημά – μπορούμε να φροντίζουμε να μας παροτρύνουμε να αναζητούμε την εμπειρία, τη δοκιμή, την κίνηση προς τα έξω, ξεκινώντας από τα ασφαλή μέρη. Ας μην επιλέξουμε να ξεκουραστούμε στη μοναξιά – ας επιλέξουμε να ξεκουραστούμε με την παρέα ενός γνωστού και σίγουρου φίλου που θα συνδυάσει την εξωστρέφεια με την πνευματική μας ανανέωση! Ακόλουθα, μία καφετέρια όπου μπορούμε να διαβάσουμε μόνες ένα βιβλίο μπορεί να αποτελέσει ένα αποφασιστικό βήμα καλλιέργειας της αλλαγής από την απομόνωση προς την εξωστρέφεια.
– Αν το εκκρεμές μας δείχνει προς τη μόνιμη κίνηση, η συμμετοχή σε πιο εσωτερικές δραστηριότητες, όπως ο διαλογισμός ή η γιογκα, μπορούν να συνδυάσουν την ανάγκη για απασχόληση, στρέφοντάς μας παράλληλα και σταδιακά προς τον εαυτό, προς τη συνειδητότητα. Το να επιλέξουμε να καλλιεργήσουμε τη σχέση μας με τον εαυτό μπορεί να γίνει επίσης με πολύ όμορφο τρόπο μέσα από τη δραστηριοποίηση στη φύση, όπου ο εξωτερικός θόρυβος ησυχάζει σημαντικά.
– Αν αντιμετωπίζουμε έντονες εναλλαγές, τότε μπορούμε να συνδυάσουμε τρόπους εξισορρόπησης της ενέργειάς μας ανάλογα με τη φάση στην οποία βρισκόμαστε, μέχρι το σημείο όπου πλέον δε θα αναγκαζόμαστε να εκτινασσόμαστε στα από άκρο σε άκρο.
Από τη στιγμή που θα αρχίσουμε να βρίσκουμε την ισορροπία στην έκφραση της ενέργειάς μας, τότε θα διαπιστώσουμε πως πιο εύκολα θα ακούμε τις ανάγκες που διαμορφώνει το σύστημά μας για κάθε ρόλο που καλείται να παίξει. Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι δε θα υπάρχει μία προδιαγεγραμμένη “συνταγή” αντιμετώπισης όλων των προβλημάτων του – είτε η φυγή από όλα, είτε η ρίψη σε ατελείωτες δραστηριότητες, είτε και τα δύο ανάλογα με την περίσταση – παρά θα υπάρχει χώρος για μία πραγματική εξυπηρέτηση των αναγκών μας κατά το δοκούν.
Σε γενικές γραμμές, το ζήτημα παραμένει η ουσιαστική επίγνωση του τι έχουμε ανάγκη και το πώς μπορούμε να κάνουμε το καλύτερο για το προσωπικό μας σύστημα. Με αυτόν τον τρόπο και με τον καιρό, θα καταλήξουμε με μία σαφώς καλύτερη εικόνα για τον εσωτερικό μας κόσμο αλλά και για τις αντιδράσεις μας. Η δυνατότητά μας να διαχειριστούμε τους ποικίλους ρόλους μας – που σίγουρα παραμένουν απαιτητικοί – θα βελτιώνεται όλο και περισσότερο, αν έχουμε δώσει το χώρο στην ενέργειά μας να τραφεί καταλληλότερα, με βάση τις πραγματικές της ανάγκες. Η απάντηση σίγουρα δε βρίσκεται ούτε στην εξάντληση, ούτε στην απομόνωση, αλλά σε μια πιο συνειδητή και ισορροπημένη διαχείριση της εσωτερικής μας δύναμης.